λουτροθεραπεία

λουτροθεραπεία
η
θεραπεία με μεθοδική χρήση λουτρών και ειδικότερα ιαματικών πηγών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λουτροθεραπεία — η η χρήση ιαματικών λουτρών για τη θεραπεία ασθενειών του σώματος: Έκανε για χρόνια λουτροθεραπείες γιατί έπασχε από ρευματικά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λουτρό — Ο χώρος όπου οι άνθρωποι λούονται. Λ. ονομάζεται επίσης η χρήση ψυχρού ή θερμού νερού για τον καθαρισμό του σώματος (λούσιμο) ή για θεραπευτικούς σκοπούς (ιαματικά λ.). Εκτός από το νερό, στα ιαματικά λ. χρησιμοποιούνται ακόμα διάφοροι ατμοί ή… …   Dictionary of Greek

  • λουτροθεραπευτικός — ή, ό σχετικός με τη λουτροθεραπεία («λουτροθεραπευτική μέθοδος») …   Dictionary of Greek

  • λουτρούμαι — λουτροῡμαι, όομαι (Α) [λουτρόν] υποβάλλομαι σε λουτροθεραπεία …   Dictionary of Greek

  • σπα — (Spaa). Βελγική λουτρόπολη στην επαρχία Λιέγης, με 10.000 κατ. Στη λουτρόπολη υπάρχει αξιόλογος ναός του 1880. Τα ιαματικά της νερά θεραπεύουν καρδιακές και νεφρικές παθήσεις. Η πόλη συνδέεται με τη Συνδιάσκεψη του Σ. (5 16 Ιουλίου 1920), στην… …   Dictionary of Greek

  • ασφάλιση, κοινωνική — Δραστηριότητα με την οποία το κράτος άμεσα ή με τη μεσολάβηση οργανισμών που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του προσφέρει στον εργαζόμενο, αντί ορισμένης τακτικής χρηματικής καταβολής, υλικές παροχές και υπηρεσίες σε περιπτώσεις ασθένειας, σωματικής ή …   Dictionary of Greek

  • Κίλλεια — Αρχαία τοποθεσία στην Αττική, κοντά στον Υμηττό. Ονομαζόταν επίσης ΚίλληΚύλλη. Στην τοποθεσία αυτή υπήρχε μια πηγή με ιαματικό νερό, που ονομαζόταν Κύλλου πέραν, κοντά στην οποία βρισκόταν ιερό της Αφροδίτης. Η Κ. ήταν πολυσύχναστος τόπος και… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Αιδηψού — Η Αιδηψός, λόγω των ιαματικών πηγών της, άκμασε ιδιαίτερα στην περίοδο της Ρωμαιοκρατίας. Την αρχαία πόλη επισκέπτονταν, όπου διέμεναν για λουτροθεραπεία, πολλοί επώνυμοι Ρωμαίοι, όπως οι αυτοκράτορες Αδριανός και Σεπτίμιος Σεβήρος, αλλά και ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”